v. ἐκφέρω.
ao. de ἐκφέρω.
ἐξήνεγκα: aor. 1 к ἐκφέρω.
ἐξήνεγκα: καὶ ἐξήνεγκον: ἀόρ. α΄ καὶ β΄ τοῦ ἐκφέρω.
ἐξήνεγκα: και ἐξήνεγκον, αόρ. αʹ και βʹ του ἐκφέρω.