Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
ἐξιλαστέον: ῥημ. ἐπίθ. τοῦ ἐξιλάσκομαι, δεῖ ἐξιλάσκεσθαι, Συνεσίου Ἐπιστ. 44, σ. 184.