Dor. for ἐφηλ-, Hsch.
[Seite 1112] dor. = ἐφηλόω.
ἐφᾱλόω: Δωρ. ἀντὶ ἐφηλόω.
ἐφᾱλόω: Δωρ. αντί ἐφ-ηλόω.