ἑλικαυγής

English (LSJ)

ἑλικαυγές, with circling rays, κύκλος, of the sun, Orph.Fr.236.1; of the moon, Cat.Cod.Astr.1.173.

Spanish (DGE)

(ἑλῐκαυγής) -ές
• Morfología: [sg. ac. ἑλικαυγέα Orph.Fr.539.1]
de brillante círculo Σελήνη Cat.Cod.Astr.1.173, del sol κύκλος Orph.l.c.

German (Pape)

[Seite 797] strahlenschwingend, Orph. frg. 7, 25.

Greek Monolingual

ἑλικαυγής, -ές (Α)
αυτός που εκπέμπει ακτίνες ελικοειδείς.