ἑξηκοντάπους

English (LSJ)

ὁ, ἡ, ἑξηκοντάπουν, τό, gen. ποδος, sixty feet square, Gal.10.33.

Greek (Liddell-Scott)

ἑξηκοντάπους: ὁ, ἡ, -πουν, τό, ἑξήκοντα ποδῶν, τὸ περιεχόμενον χωρίον... ἑξηκοντάπουν γίγνεσθαι Γαλην. 10. 33 Kühn.

Greek Monolingual

ἑξηκοντάπους, -ουν (Α)
μήκους εξήντα ποδών.