=ἑρπύζω, Apollon.Lex.s.v. ἄταλλε.
[Seite 1034] = ἑρπύζω, Lex. Apoll. s. v. ἄταλλε.
ἑρπυστάζω: ἑρπύζω, Ἀπολλ. Λεξ. Ὁμ. ἐν λ. ἄταλλε.