ης, η, aor. 2 of Τλάω.
ao.2 de τλάω.
ἔτλην: -ης, -η, ἀόρ. τῆς ῥίζης *τλάω.
see τλῆναι.
ἔτλην: -ης, ἡ, αόρ. βʹ του *τλάω.