ὀγδώκοντα

English (LSJ)

ὀγδωκονταέτης, ὀγδωκοντούτης, v. ὀγδοήκοντα.

German (Pape)

[Seite 290] zsgzgn = ὀγδοήκοντα; Il. 2, 568. 652; Her. 1, 163; so auch die compp.

French (Bailly abrégé)

c. ὀγδοήκοντα.

Russian (Dvoretsky)

ὀγδώκοντα: οἱ, αἱ, τά indecl. стяж. = ὀγδοήκοντα.

Greek (Liddell-Scott)

ὀγδώκοντα: ὀγδωκοντᾰέτης, ὀγδωκοντούτης, ἴδε ἐν λέξ. ὀγδοηκ-.

English (Autenrieth)

eighty.

Greek Monolingual

ὀγδώκοντα και ὀδώκοντα, οἱ, αἱ, τὰ (Α)
βλ. ογδόντα.

Greek Monotonic

ὀγδώκοντα: ὀγδωκοντούτης, βλ. ὀγδοηκ-.