Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
ὀγκόμματος: -ον, ὁ ἔχων ὀγκώδεις, ἐξέχοντας ὀφθαλμούς, Ἰσ. Πορφυρ. ἐν Ἀλλατίου Ἐκλογ. 3, 16.