grow rice, Str.17.3.23.
[Seite 388] Reis ziehen, Strab. XVII, 1196.
ὀρυζοτροφέω: τρέφω, παράγω ὄρυζαν, ὀρυζοτροφεῖ ἡ γῆ Στράβ. 838.