Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
τό, = ὑποκισθίς, Ps.-Dsc.1.97.
ὀρόβηθρον, τὸ (Α)το φυτό υποκιστίς.[ΕΤΥΜΟΛ. < ὄροβος «είδος φυτού» + επίθημα -ηθρον (πρβλ. κόπ-ηθρον, κόρηθρον)].