ὑλακτιάω

English (LSJ)

= ὑλακτέω, Q.S.2.375, in Ep. part. ὑλακτιόωντες.

German (Pape)

[Seite 1176] = ὑλακτέω, Qu. Sm. 2, 374.

Greek (Liddell-Scott)

ὑλακτιάω: ὑλακτέω, Κόϊντ. Σμυρν. 2. 375, ἐν τῇ Ἐπικ. μετοχ. ὑλακτιόωντες.