ἀσύλληπτος: Difference between revisions

6
(big3_7)
(6)
Line 18: Line 18:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[que no puede concebir]], [[estéril]] Dsc.4.19.<br /><b class="num">2</b> [[anticonceptivo]] φάρμακον Aët.16.17, φίλτρον <i>Cyran</i>.2.7.21.<br /><b class="num">II</b> [[no capturado]] φυλάττειν αὐτὸν ἀσύλληπτον Iust.Phil.<i>Qu.et Resp</i>.M.6.1372C.
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[que no puede concebir]], [[estéril]] Dsc.4.19.<br /><b class="num">2</b> [[anticonceptivo]] φάρμακον Aët.16.17, φίλτρον <i>Cyran</i>.2.7.21.<br /><b class="num">II</b> [[no capturado]] φυλάττειν αὐτὸν ἀσύλληπτον Iust.Phil.<i>Qu.et Resp</i>.M.6.1372C.
}}
{{grml
|mltxt=-η, -ο (AM [[ἀσύλληπτος]], -ον)<br /><b>μσν.- νεοελλ.</b><br />(για καταδιωκόμενο) που δεν έχει ή που δεν μπορεί να συλληφθεί<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[ακατάληπτος]], [[ανεξιχνίαστος]]<br /><b>2.</b> [[λεπτοφυής]], υπερβολικά [[λεπτός]], [[αόρατος]]<br /><b>αρχ.</b><br />(για [[γυναίκα]]) που δεν μπορεί να συλλάβει ή να κυοφορήσει.
}}
}}