ἀτερμάτιστος: Difference between revisions

6
(big3_7)
(6)
Line 18: Line 18:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">1</b> [[ilimitado]] ἐπιθυμία D.S.19.1, cf. Gal.19.472, εἰρήνη Basil.M.30.513B.<br /><b class="num">2</b> [[inseguro]] σκάφος Thdt.M.82.64B, cf. Hsch.
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">1</b> [[ilimitado]] ἐπιθυμία D.S.19.1, cf. Gal.19.472, εἰρήνη Basil.M.30.513B.<br /><b class="num">2</b> [[inseguro]] σκάφος Thdt.M.82.64B, cf. Hsch.
}}
{{grml
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἀτερμάτιστος]], -ον)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που δεν έχει [[τέρμα]], [[ατέλειωτος]]<br /><b>2.</b> [[εκείνος]] που δεν έχει τερματιστεί, μισοτελειωμένος<br /><b>αρχ.</b><br />[[απεριόριστος]], [[άμετρος]].
}}
}}