δωδεκαδάκτυλος: Difference between revisions

10
(big3_12)
(10)
Line 18: Line 18:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ον<br />[[de doce dedos de longitud]] o anchura ἡ δ. ... [[ἔκφυσις]] o simpl. ἡ δ. anat. n. dado al [[duodeno]] Herophil.96, 97b, 98b, Gal.2.578, Ruf.<i>Anat</i>.42<br /><b class="num">•</b>mec., en una máquina de guerra δοκὸς ... τῷ πάχει ἡμίπους ἢ δ. Apollod.<i>Poliorc</i>.178.3.
|dgtxt=-ον<br />[[de doce dedos de longitud]] o anchura ἡ δ. ... [[ἔκφυσις]] o simpl. ἡ δ. anat. n. dado al [[duodeno]] Herophil.96, 97b, 98b, Gal.2.578, Ruf.<i>Anat</i>.42<br /><b class="num">•</b>mec., en una máquina de guerra δοκὸς ... τῷ πάχει ἡμίπους ἢ δ. Apollod.<i>Poliorc</i>.178.3.
}}
{{grml
|mltxt=-η, -ο (AM [[δωδεκαδάκτυλος]], -ον)<br /><b>1.</b> αυτός που έχει [[μήκος]] ή [[πλάτος]] [[δώδεκα]] δακτύλων<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>το δωδεκαδάκτυλο</i><br />η πρώτη [[μοίρα]] του λεπτού εντέρου [[μετά]] το [[στομάχι]] με [[μήκος]] [[δώδεκα]] δακτύλους<br /><b>νεοελλ.</b><br />αυτός που έχει [[δώδεκα]] δάχτυλα στα δύο χέρια.
}}
}}