ἐμετός: Difference between revisions

11
(6_12)
(11)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐμετός''': ἴδε [[ἔμετος]] ἐν τέλει.
|lstext='''ἐμετός''': ἴδε [[ἔμετος]] ἐν τέλει.
}}
{{grml
|mltxt=και έμετος, ο (AM [[ἔμετος]])<br />αντανακλαστικό [[φαινόμενο]] από ποικίλες αιτίες [[κατά]] το οποίο εξέρχεται από το [[στόμα]] το [[περιεχόμενο]] του στομάχου<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[αίσθημα]] αηδίας<br /><b>αρχ.</b><br />[[τάση]] για εμετό, [[αναγούλα]].
}}
}}