εὐεπίτευκτος: Difference between revisions

15
(6_16)
(15)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''εὐεπίτευκτος''': -ον, εὐκόλως ἐπιτυγχάνων τοῦ σκοποῦ, [[ἐπιτυχής]], ἐν μάχαις Ἀνών. παρὰ τῷ Σουΐδ.· [[πρόσφορος]], Σευῆρος περὶ Κλυστήρ. σ. 34 Dretz.
|lstext='''εὐεπίτευκτος''': -ον, εὐκόλως ἐπιτυγχάνων τοῦ σκοποῦ, [[ἐπιτυχής]], ἐν μάχαις Ἀνών. παρὰ τῷ Σουΐδ.· [[πρόσφορος]], Σευῆρος περὶ Κλυστήρ. σ. 34 Dretz.
}}
{{grml
|mltxt=-η, -ο (Α [[εὐεπίτευκτος]], -ον)<br />αυτός που επιτυγχάνεται εύκολα, ο [[κατορθωτός]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που επιτυγχάνει εύκολα τον σκοπό του<br /><b>2.</b> ο [[πρόσφορος]], ο [[κατάλληλος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ευ</i> <span style="color: red;">+</span> <i>επι</i>-[[τευκτός]] (<span style="color: red;"><</span> <i>επι</i>-[[τυγχάνω]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>αν</i>-<i>επί</i>-<i>τευκτος</i>, <i>δυσ</i>-<i>επίτευκτος</i>].
}}
}}