θεραπήϊος: Difference between revisions

17
(6_4)
(17)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''θερᾰπήϊος''': -α, -ον, Ἰων. καὶ ποιητ. ἀντὶ [[θεραπευτικός]], Ἀνθ. Π. 7. 158· θηλ. θεραπηΐς, ΐδος, Χρησμ. παρ’ Ἰουλιαν. 451Β.
|lstext='''θερᾰπήϊος''': -α, -ον, Ἰων. καὶ ποιητ. ἀντὶ [[θεραπευτικός]], Ἀνθ. Π. 7. 158· θηλ. θεραπηΐς, ΐδος, Χρησμ. παρ’ Ἰουλιαν. 451Β.
}}
{{grml
|mltxt=[[θεραπήϊος]], -ΐα, -ον (Α)<br />(ιων. και ποιητ. τ.)<br /><b>1.</b> [[θεραπευτικός]]<br /><b>2.</b> (<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τα θεραπήια</i><br />τα γιατρικά.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[θεραπεύω]], <span style="color: red;">+</span> ιων. καταλ. [[ήιος]] που, ενώ αρχικά σχημάτιζε μετονοματικά παράγωγα ονομάτων σε -<i>εύς</i> (<b>[[πρβλ]].</b> <i>βασιλ</i>-<i>ευς</i> &GT; <i>βασιλ</i>-[[ήιος]]), αργότερα η [[χρήση]] της επεκτάθηκε και σε άλλες κατηγορίες λέξεων [[μεταξύ]] τών οποίων [[είναι]] και τα ρ. σε -<i>ευώ</i>].
}}
}}