θυρσοτινάκτης: Difference between revisions

17
(6_15)
(17)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''θυρσοτῐνάκτης''': ὁ, ὁ τινάσσων ἢ σείων τὸν θύρσον, ἐπὶ τοῦ Βάκχου, Ὀρφ. Ὕμν. 51. 4.
|lstext='''θυρσοτῐνάκτης''': ὁ, ὁ τινάσσων ἢ σείων τὸν θύρσον, ἐπὶ τοῦ Βάκχου, Ὀρφ. Ὕμν. 51. 4.
}}
{{grml
|mltxt=[[θυρσοτινάκτης]], ὁ (Α)<br />(για τον Βάκχο) αυτός που σείει τον θύρσο, που κινεί τον θύρσο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[θύρσος]] <span style="color: red;">+</span> [[τινάκτης]] (<span style="color: red;"><</span> [[τινάσσω]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>παντο</i>-[[τινάκτης]], <i>πετρεν</i>-[[τινάκτης]]].
}}
}}