ἐπίσπαστρον: Difference between revisions

13
(6_21)
(13)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐπίσπαστρον''': τό, [[σχοινίον]] δι’ οὗ ἀνασύρει τίς τι ἢ ῥυμουλκεῖ, Διόδ. 17. 90· [[ὡσαύτως]], ὁ [[βρόχος]] τοῦ ὀρνιθοθήρα, Ὀππ. Ἰξευτ. 3. 12, Ἡσύχ. 2) = [[ἐπισπαστήρ]], [[Πολυδ]]. Ι΄, 22, «[[ῥόπτρον]] [[ἐπίσπαστρον]] θύρας» Εὐστ. Ὀδ. 1429. 2. ΙΙ. τὸ ἐπισυρόμενον, [[παραπέτασμα]], Ἑβδ. (Ἔξοδ. ΚϚ΄, 36).
|lstext='''ἐπίσπαστρον''': τό, [[σχοινίον]] δι’ οὗ ἀνασύρει τίς τι ἢ ῥυμουλκεῖ, Διόδ. 17. 90· [[ὡσαύτως]], ὁ [[βρόχος]] τοῦ ὀρνιθοθήρα, Ὀππ. Ἰξευτ. 3. 12, Ἡσύχ. 2) = [[ἐπισπαστήρ]], [[Πολυδ]]. Ι΄, 22, «[[ῥόπτρον]] [[ἐπίσπαστρον]] θύρας» Εὐστ. Ὀδ. 1429. 2. ΙΙ. τὸ ἐπισυρόμενον, [[παραπέτασμα]], Ἑβδ. (Ἔξοδ. ΚϚ΄, 36).
}}
{{grml
|mltxt=[[ἐπίσπαστρον]], τὸ (AM) [[επισπώ]]<br />έπισπαστήρ<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[σχοινί]]<br /><b>2.</b> [[παραπέτασμα]] («καὶ ποιήσεις [[ἐπίσπαστρον]] τῇ θύρᾳ τῆς σκηνῆς ἐξ ὑακίνθου καὶ πορφύρας», ΠΔ).
}}
}}