κατασκέπω: Difference between revisions

19
(6_2)
(19)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κατασκέπω''': [[κατασκεπάζω]], ἐσθήσεσι πολλαῖς κατ. τὸ [[σῶμα]] Ἀνθ. Π. 60, Μουσών. παρὰ Στοβ. 17. 57· ζωστῆρι κατ. ἄντυγα μαζοῦ αἰδομένη Νόνν. Δ. 2. 110.
|lstext='''κατασκέπω''': [[κατασκεπάζω]], ἐσθήσεσι πολλαῖς κατ. τὸ [[σῶμα]] Ἀνθ. Π. 60, Μουσών. παρὰ Στοβ. 17. 57· ζωστῆρι κατ. ἄντυγα μαζοῦ αἰδομένη Νόνν. Δ. 2. 110.
}}
{{grml
|mltxt=[[κατασκέπω]] (Α)<br />[[κατασκεπάζω]].
}}
}}