καταρρακτικῶς: Difference between revisions

19
(6_23)
(19)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''καταρρακτικῶς''': μὲ ὁρμήν, ὁρμητικῶς, δίκην καταρράκτου, «θαλάσσης [[ἠρέμα]] καὶ οὐ κατ. ἐν τῷ πλημμμύρειν ἐπιβαινούσης εἰς τὴν γῆν» Εὐστ. 688, 52.
|lstext='''καταρρακτικῶς''': μὲ ὁρμήν, ὁρμητικῶς, δίκην καταρράκτου, «θαλάσσης [[ἠρέμα]] καὶ οὐ κατ. ἐν τῷ πλημμμύρειν ἐπιβαινούσης εἰς τὴν γῆν» Εὐστ. 688, 52.
}}
{{grml
|mltxt=[[καταρρακτικῶς]] και καταρακτικά (Μ)<br /><b>επίρρ.</b> σαν [[καταρράκτης]], ορμητικά.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[καταρράκτης]], πιθ. μέσω ενός αμάρτ. επιθ. <i>καταρρακτικός</i>].
}}
}}