κληρωτής: Difference between revisions

20
(6_19)
(20)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κληρωτής''': -οῦ, ὁ, = [[κληρωτός]], [[Πολυδ]]. Θϳ, 44. ΙΙ. = [[κληρονόμος]], Ἐκκλ.
|lstext='''κληρωτής''': -οῦ, ὁ, = [[κληρωτός]], [[Πολυδ]]. Θϳ, 44. ΙΙ. = [[κληρονόμος]], Ἐκκλ.
}}
{{grml
|mltxt=[[κληρωτής]], δωρ. τ. κλαρωτής, ὁ (Α) [[κληρώ]]<br /><b>1.</b> αυτός που προεδρεύει στις εκλογές με κλήρο ή στις κληρώσεις τών δικαστών, αυτός που εκλέγει κάποιον με κλήρο<br /><b>2.</b> ο [[προικισμένος]] με μια κληρονομημένη [[ιδιότητα]], ο [[κληρονόμος]], ο [[κτήτορας]] («ἀρετῆς κληρωτήν», Μακάρ.).
}}
}}