μεγάλωμα: Difference between revisions

24
(8)
 
(24)
Line 9: Line 9:
|Beta Code=mega/lwma
|Beta Code=mega/lwma
|Definition=ατος, τό, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">might</b>, ῥάβδος μεγαλώματος <span class="bibl">LXX <span class="title">Je.</span>31(48).17</span>.</span>
|Definition=ατος, τό, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">might</b>, ῥάβδος μεγαλώματος <span class="bibl">LXX <span class="title">Je.</span>31(48).17</span>.</span>
}}
{{grml
|mltxt=το (Α [[μεγάλωμα]]) [[μεγαλώνω]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> η [[ενέργεια]] και το [[αποτέλεσμα]] του [[μεγαλώνω]], [[μεγέθυνση]], [[αύξηση]] («το [[μεγάλωμα]] του σπιτιού»)<br /><b>2.</b> [[ανατροφή]] («[[μετά]] τον θάνατο της μητέρας, η [[γιαγιά]] ανέλαβε το [[μεγάλωμα]] τών παιδιών»)<br /><b>3.</b> [[ενηλικίωση]]<br /><b>4.</b> [[μεγαλοποίηση]], [[υπερβολή]]<br /><b>αρχ.</b><br />η [[ισχύς]], η [[δύναμη]] («[[ῥάβδος]] μεγαλώματος», ΠΔ).
}}
}}