μεγαλόφιλος: Difference between revisions

24
(6_17)
(24)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''μεγᾰλόφῐλος''': -ον, ὁ ἔχων μεγάλους φίλους, Παύλ. Ἀλεξ. Ἀποτελ. σ. 50.
|lstext='''μεγᾰλόφῐλος''': -ον, ὁ ἔχων μεγάλους φίλους, Παύλ. Ἀλεξ. Ἀποτελ. σ. 50.
}}
{{grml
|mltxt=[[μεγαλόφιλος]], -ον (Α)<br />αυτός που έχει σπουδαίους φίλους.
}}
}}