ἀμφίγυος: Difference between revisions

3
(big3_3)
(3)
Line 24: Line 24:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">1</b> [[curvo a ambos lados]], [[de dobles barbas]], [[de cabeza triangular]] ἔγχεα <i>Il</i>.13.147, 14.26, 15.386, 16.637, <i>Od</i>.16.474, 24.527, [[δούρατα]] A.R.3.1356.<br /><b class="num">2</b> fig. [[esforzado]], [[belicoso]] ἐπὶ τάνδ' ἄρ' ἄκοιτιν <τίνες> ἀμφίγυοι κατέβαν πρὸ γάμων; S.<i>Tr</i>.504.
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">1</b> [[curvo a ambos lados]], [[de dobles barbas]], [[de cabeza triangular]] ἔγχεα <i>Il</i>.13.147, 14.26, 15.386, 16.637, <i>Od</i>.16.474, 24.527, [[δούρατα]] A.R.3.1356.<br /><b class="num">2</b> fig. [[esforzado]], [[belicoso]] ἐπὶ τάνδ' ἄρ' ἄκοιτιν <τίνες> ἀμφίγυοι κατέβαν πρὸ γάμων; S.<i>Tr</i>.504.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἀμφίγυος]], -ον (Α)<br /><b>1.</b> (για το [[δόρυ]]) ο [[αιχμηρός]] και [[κατά]] τα δυο [[άκρα]], [[αμφίστομος]]<br /><b>2.</b> αυτός που γέρνει, που κάμπτεται και από τις δύο πλευρές, [[ελαστικός]], [[εύκαμπτος]]<br /><b>3.</b> [[πιθανώς]] το [[επίθετο]] να δηλώνει και τον «δυνατό και στα δύο σκέλη, τον ισχυρό αντίπαλο».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ο τ. [[είναι]] αβέβαιης ετυμολ. Σχετιχά με το β' συνθ. της λ. υπάρχουν [[τρεις]] εκδοχές, που αντιστοιχούν στις [[τρεις]] σημασίες της: α) <span style="color: red;"><</span> <i>ἀμφι</i>- <span style="color: red;">+</span> [[γυῖον]] «[[άκρη]]», που αντιστοιχεί στην πρώτη [[σημασία]], β) <span style="color: red;"><</span> <i>ἀμφι</i>- <span style="color: red;">+</span> [[γύης]] «λυγισμένο [[κομμάτι]] ξύλου», που αντιστοιχεί στη δεύτερη [[σημασία]], γ) <span style="color: red;"><</span> <i>ἀμφι</i>- <span style="color: red;">+</span> [[γυῖον]] «[[μέλος]] σώματος ([[χέρι]], σπλάχνα) ή και όλο το [[σώμα]]», που αντιστοιχεί στην [[τρίτη]] [[σημασία]].<br /><b><span style="color: brown;">ΠΑΡ.</span></b> [[ἀμφιγυήεις]]].
}}
}}