ἔνοδμος: Difference between revisions

12
(big3_15)
(12)
Line 18: Line 18:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ον<br />[[apestoso]], [[de olor fuerte]] τὸ δὲ τοιοῦτον [[ἄλγημα]] ... συριγγῶδες καὶ ἔνοδμον Hp.<i>Epid</i>.7.5, κέρας Nic.<i>Th</i>.41.
|dgtxt=-ον<br />[[apestoso]], [[de olor fuerte]] τὸ δὲ τοιοῦτον [[ἄλγημα]] ... συριγγῶδες καὶ ἔνοδμον Hp.<i>Epid</i>.7.5, κέρας Nic.<i>Th</i>.41.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἔνοδμος]], -ον (Α) [[οδμή]]<br />αυτός που έχει τη συνηθισμένη του [[οσμή]], [[πρόσφατος]], [[φρέσκος]].
}}
}}