ἐργολαβία: Difference between revisions

14
(Bailly1_2)
(14)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br />contrat pour l’exécution d’un travail.<br />'''Étymologie:''' [[ἐργολάβος]].
|btext=ας (ἡ) :<br />contrat pour l’exécution d’un travail.<br />'''Étymologie:''' [[ἐργολάβος]].
}}
{{grml
|mltxt=η (AM [[ἐργολαβία]]) [[εργολάβος]]<br />[[ανάληψη]] εκτελέσεως έργου με [[αμοιβή]] συμφωνημένη κατ’ [[αποκοπή]] («[[εργολαβία]] τροφοδοσίας στρατού»)<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[επιδίωξη]] ερωτικής συνεννοήσεως με βλέμματα, [[λόγια]] κ.λπ., [[ερωτοτροπία]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[κερδοσκοπία]].
}}
}}