εὐέλαιος: Difference between revisions

15
(6_18)
(15)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''εὐέλαιος''': -ον, παράγων ἄφθονον καὶ καλὸν [[ἔλαιον]], Στράβ. 243.
|lstext='''εὐέλαιος''': -ον, παράγων ἄφθονον καὶ καλὸν [[ἔλαιον]], Στράβ. 243.
}}
{{grml
|mltxt=[[εὐέλαιος]], -ον (Α)<br />[[γεμάτος]] ελαιόδενδρα, αυτός που παράγει άφθονο και καλό [[λάδι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ευ</i> <span style="color: red;">+</span> -[[έλαιος]] (<span style="color: red;"><</span> [[ελαία]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>αν</i>-[[έλαιος]], <i>καλλι</i>-[[έλαιος]]. Διαφέρει το [[έλαιος]] «[[αγριελιά]]»].
}}
}}