κήρωσις: Difference between revisions

20
(6_8)
(20)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κήρωσις''': -εως, ἡ, τὸ ὑλικόν, ἡ [[οὐσία]] τοῦ κηροῦ τῶν μελισσῶν ἣν συνάγουσιν ἐκ τῶν δακρύων τῶν δένδρων, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 5. 22, 5.
|lstext='''κήρωσις''': -εως, ἡ, τὸ ὑλικόν, ἡ [[οὐσία]] τοῦ κηροῦ τῶν μελισσῶν ἣν συνάγουσιν ἐκ τῶν δακρύων τῶν δένδρων, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 5. 22, 5.
}}
{{grml
|mltxt=[[κήρωσις]], η (Α) [[κηρώ]]<br /><b>1.</b> το υλικό, η [[ουσία]] του κεριού τών [[μελισσών]] («κήρωσιν δὲ φέρουσιν ἀπὸ τοῡ δακρύου τῶν δένδρων», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>2.</b> η [[επικάλυψη]] με [[κερί]].
}}
}}