3,274,216
edits
(6_4) |
(22) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κυητήριος''': -α, -ον, βοηθῶν, συντελῶν εἰς σύλληψιν, πρόσθετον κ. Ἱππ. 586. 47· ὡς οὐσιαστ., κυητήριον, τό, ὁ αὐτ. 621. 15, κτλ. | |lstext='''κυητήριος''': -α, -ον, βοηθῶν, συντελῶν εἰς σύλληψιν, πρόσθετον κ. Ἱππ. 586. 47· ὡς οὐσιαστ., κυητήριον, τό, ὁ αὐτ. 621. 15, κτλ. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[κυητήριος]], -ία, -ον (Α) [[κυώ]]<br />αυτός που συντελεί στη [[σύλληψη]]. | |||
}} | }} |