3,273,086
edits
(6_17) |
(25) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''μῑκρόφωνος''': -ον, ὁ ἔχων μικράν, ἀσθενῆ φωνήν, [[λεπτόφωνος]], Ἄλεξις ἐν «Ἀταλάντῃ» 1, Ἀριστ. π. Ζ. Γεν. 5. 7, 9. | |lstext='''μῑκρόφωνος''': -ον, ὁ ἔχων μικράν, ἀσθενῆ φωνήν, [[λεπτόφωνος]], Ἄλεξις ἐν «Ἀταλάντῃ» 1, Ἀριστ. π. Ζ. Γεν. 5. 7, 9. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-η, -ο (Α [[μικρόφωνος]], -ον)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>το [[μικρόφωνο]]<br /><b>τεχνολ.</b> [[συσκευή]] που μετατρέπει την ηχητική [[ενέργεια]] σε ηλεκτρική και αποτελεί βασικό συστατικό [[στοιχείο]] τών σύγχρονων συστημάτων εγγραφής και αναπαραγωγής του ήχου<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που έχει ασθενική, ισχνή [[φωνή]] («ἔστι γὰρ καὶ ὀξύφωνα μεγαλόφωνα καὶ μικρόφωνα βαρύφωνα», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>2.</b> (για γράμματα) αυτός που έχει ασθενική [[φωνή]], αδύνατη [[προφορά]], που δίδει ισχνό ήχο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>μικρ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>φωνος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[φωνή]]), <b>[[πρβλ]].</b> [[μεγαλό]]-<i>φωνος</i>, <i>φερέ</i>-<i>φωνος</i>. Το ουδ. [[μικρόφωνο]] ως [[τεχνικός]] όρος της νεοελλ. [[είναι]] αντιδάνεια λ., <b>[[πρβλ]].</b> γαλλ. <i>microphone</i>, και μαρτυρείται από το 1880 στο περιοδικό <i>Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος Κωνσταντινουπόλεως</i>]. | |||
}} | }} |