μαστροπεία: Difference between revisions

24
(Bailly1_3)
(24)
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br />excitation à la débauche.<br />'''Étymologie:''' [[μαστροπεύω]].
|btext=ας (ἡ) :<br />excitation à la débauche.<br />'''Étymologie:''' [[μαστροπεύω]].
}}
{{grml
|mltxt=η (Α [[μαστροπεία]]) [[μαστροπεύω]]<br />η [[ιδιότητα]] και η [[ασχολία]] του μαστροπού, η [[παρακίνηση]] σε [[ασέλγεια]] και [[πορνεία]], [[προαγωγεία]], [[ρουφιανιά]].
}}
}}