λευκόλιθος: Difference between revisions

23
(6_16)
(23)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''λευκόλῐθος''': -ον, ἐκ λευκοῦ πεποιημένος λίθου ἢ μαρμάρου, [[στήλη]] Συλλ. Ἐπιγρ. 2059. 43., 2061, κ. ἀλλ.· πρβλ. Στράβ. 236· στοαὶ ὁ αὐτ. ἐν 567.
|lstext='''λευκόλῐθος''': -ον, ἐκ λευκοῦ πεποιημένος λίθου ἢ μαρμάρου, [[στήλη]] Συλλ. Ἐπιγρ. 2059. 43., 2061, κ. ἀλλ.· πρβλ. Στράβ. 236· στοαὶ ὁ αὐτ. ἐν 567.
}}
{{grml
|mltxt=<b>(I)</b><br />ο<br /><b>(ορυκτ.)</b> ανθρακικό [[ορυκτό]] του μαγνησίου που αποτελεί στιφρή και κολλοειδή [[ποικιλία]] του μαγνησίτη και που το [[χρώμα]] του ποικίλλει από το χιονόλευκο ώς το κιτρινόφαιο ή το κίτρινο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>λευκ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[λίθος]]. Η λ. [[είναι]] [[απόδοση]] στην ελλ. ξεν. όρου, <b>[[πρβλ]].</b> γερμ. <i>dechter Magnesit</i>].———————— <b>(II)</b><br />[[λευκόλιθος]], -ον (Α)<br />κατασκευασμένος από [[λευκό]] λίθο.
}}
}}