λοπητός: Difference between revisions

23
(6_14)
(23)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''λοπητός''': ὁ, ἡ [[περίοδος]] ὅτε λοπῶσι τὰ δένδρα, δηλ. [[ὅταν]] ὁ φλοιὸς αὐτῶν [[εἶναι]] [[εὐπεριαίρετος]], «ξεφλουδίζηται» εὐκόλως, Θεόφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 5. 1, 1.
|lstext='''λοπητός''': ὁ, ἡ [[περίοδος]] ὅτε λοπῶσι τὰ δένδρα, δηλ. [[ὅταν]] ὁ φλοιὸς αὐτῶν [[εἶναι]] [[εὐπεριαίρετος]], «ξεφλουδίζηται» εὐκόλως, Θεόφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 5. 1, 1.
}}
{{grml
|mltxt=[[λοπητός]], ὁ (Α) [[λοπώ]]<br />η [[περίοδος]] [[κατά]] την οποία ο [[φλοιός]] τών δέντρων φουσκώνει και ξεφλουδίζεται εύκολα.
}}
}}