3,270,341
edits
(6_2) |
(23) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''λυχναῖος''': [[λίθος]], ὁ, = [[λυχνίτης]], Ἡσύχ. | |lstext='''λυχναῖος''': [[λίθος]], ὁ, = [[λυχνίτης]], Ἡσύχ. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=λυχναῑος, -αία, -ον (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη [[λυχνία]]<br /><b>2.</b> [[λυχνεύς]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[λύχνος]]. Ο Ησύχιος παραδίδει μια [[γλώσσα]] [[λυχναῖος]] και [[λυχνεύς]] «ο [[διαυγής]] [[λίθος]]», που αναφέρεται σε ένα [[είδος]] διαφανούς και διαυγούς πάριου μαρμάρου]. | |||
}} | }} |