μειδάω: Difference between revisions

24
(Autenrieth)
(24)
Line 21: Line 21:
{{Autenrieth
{{Autenrieth
|auten=([[root]] σμι), [[μειδιάω]], [[part]]. [[μειδιόων]], -[[όωσα]], aor. μείδησα: [[smile]].
|auten=([[root]] σμι), [[μειδιάω]], [[part]]. [[μειδιόων]], -[[όωσα]], aor. μείδησα: [[smile]].
}}
{{grml
|mltxt=[[μειδάω]] (Α)<br />[[μειδιώ]], [[χαμογελώ]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Μεταπλασμένος τ. του <i>μειδιῶ</i>. Το ρ. μαρτυρείται μόνο στο γ' εν. πρόσ., στο αρσ. της μτχ. και στο απρμφ. του αορ. <i>μείδησε</i>, <i>μειδήσας</i> και <i>μειδῆσαι</i>].
}}
}}