μονόμετρος: Difference between revisions

25
(6_17)
(25)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''μονόμετρος''': -ον, ὁ ἀποτελούμενος ἐξ [[ἑνός]] μόνου μέτρου, δηλ. (ἐν ἰαμβικοῖς, τροχαϊκ. καὶ ἀναπαιστικοῖς στίχοις) ἐκ δύο ποδῶν, Διον. Ἁλ. π. Συνθ. 26.
|lstext='''μονόμετρος''': -ον, ὁ ἀποτελούμενος ἐξ [[ἑνός]] μόνου μέτρου, δηλ. (ἐν ἰαμβικοῖς, τροχαϊκ. καὶ ἀναπαιστικοῖς στίχοις) ἐκ δύο ποδῶν, Διον. Ἁλ. π. Συνθ. 26.
}}
{{grml
|mltxt=-η, -ο (ΑΜ [[μονόμετρος]], -ον)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φυσ.</b> αυτός που μετριέται με έναν μόνο αριθμό, π.χ. η [[θερμοκρασία]], το [[μήκος]], ο [[χρόνος]] κ.λπ.<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />(για στίχο) αυτός που αποτελείται από ένα μόνο [[μέτρο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>μον</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[μέτρος]] ([[μέτρον]].
}}
}}