πενθεροφθόρος: Difference between revisions

31
(6_18)
(31)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πενθεροφθόρος''': -ον, ὁ φθείρων, καταστρέφων πενθερόν, πενθεροφθόροις βουλαῖς ἀνάγνοις Λυκόφρ. 161.
|lstext='''πενθεροφθόρος''': -ον, ὁ φθείρων, καταστρέφων πενθερόν, πενθεροφθόροις βουλαῖς ἀνάγνοις Λυκόφρ. 161.
}}
{{grml
|mltxt=-ον, ΜΑ<br />αυτός που φονεύει πεθερό.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πενθερός]] <span style="color: red;">+</span> -[[φθόρος]] (<span style="color: red;"><</span> [[φθείρω]]), <b>πρβλ.</b> <i>ψυχο</i>-[[φθόρος]].
}}
}}