3,274,919
edits
(6_11) |
(31) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''πελαργικός''': -ή, -όν, ὁ τοῦ πελαργοῦ, ἀνήκων εἰς πελαργόν, «πελαργικοὶ νόμοι· τὸ ἀνατρέφειν τοὺς γονεῖς» Ἡσύχ., Σουΐδ. πρβλ. Ἀριστοφ. Ὄρν. 1353. ΙΙ. = Πελασγικός· τὸ Πελαργικόν, ἡ βορεία κλιτὺς τῆς ἐν Ἀθήναις Ἀκροπόλεως, Ἀριστοφ. Ὄρν. 832, Καλλ. Ἀποσπ. 283· τὸ Π. [[τεῖχος]] Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Λυσ. 1153· φέρεται δὲ τὸ Πελασγικὸν ἐν Ἡροδ. 5. 64, Θουκ. 2. 17· «Πελαργικόν· ἀντὶ τοῦ Πελασγικὸν» Ἡσύχ. | |lstext='''πελαργικός''': -ή, -όν, ὁ τοῦ πελαργοῦ, ἀνήκων εἰς πελαργόν, «πελαργικοὶ νόμοι· τὸ ἀνατρέφειν τοὺς γονεῖς» Ἡσύχ., Σουΐδ. πρβλ. Ἀριστοφ. Ὄρν. 1353. ΙΙ. = Πελασγικός· τὸ Πελαργικόν, ἡ βορεία κλιτὺς τῆς ἐν Ἀθήναις Ἀκροπόλεως, Ἀριστοφ. Ὄρν. 832, Καλλ. Ἀποσπ. 283· τὸ Π. [[τεῖχος]] Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Λυσ. 1153· φέρεται δὲ τὸ Πελασγικὸν ἐν Ἡροδ. 5. 64, Θουκ. 2. 17· «Πελαργικόν· ἀντὶ τοῦ Πελασγικὸν» Ἡσύχ. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=<b>(I)</b><br />-ή, -ό / [[πελαργικός]], -ή, -όν, ΝΑ [[πελαργός]]<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον πελαργό, ο [[σχετικός]] με τον πελαργό («[[πελαργικός]] [[νόμος]]» — ο [[νόμος]] τών αρχαίων ο [[οποίος]] όριζε ότι τα [[παιδιά]] ήταν υποχρεωμένα να γηροκομούν τους γονείς τους, όπως κάνουν οι πελαργοί).———————— <b>(II)</b><br />-ή, -όν, Α<br /><b>1.</b> [[πελασγικός]]<br /><b>2.</b> (το ουδ. ως κύριο όν.) <i>τὸ Πελαργικόν</i><br />[[είδος]] τεμένους με [[συγκρότημα]] παλαιών ιερών, κτιστό περίβολο και [[εννέα]] πύλες στη βόρεια [[πλαγιά]] της Ακρόπολης τών Αθηνών, το οποίο αποτελούσε [[προέκταση]] του πελασγικού τείχους.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ο τ., [[αντί]] του ορθού [[Πελασγικός]], έχει σχηματιστεί πιθ. κατ' [[επίδραση]] του [[πελαργός]]. | |||
}} | }} |