3,276,318
edits
(6_17) |
(33) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''πολῠσήμαντος''': -ον, ὁ ἔχων πολλὰς σημασίας, Ἰω. Χρυσ. τ. 12, σ. 27, τ. 3, σ. 227, Εὐστ. | |lstext='''πολῠσήμαντος''': -ον, ὁ ἔχων πολλὰς σημασίας, Ἰω. Χρυσ. τ. 12, σ. 27, τ. 3, σ. 227, Εὐστ. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-η, -ο / [[πολυσήμαντος]], -ον, ΝΜΑ<br />αυτός που έχει πολλές σημασίες, που δηλώνει [[πολλά]] («πολυσήμαντη [[λέξη]]»)<br /><b>νεοελλ.</b><br />αυτός που έχει [[μεγάλη]] [[σημασία]], [[βαρυσήμαντος]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>φρ.</b> «Περί πολυσήμαντων λέξεων» — [[τίτλος]] έργου του Αιγυπτίου συγγραφέα Ώρου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πολυ</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>σήμαντος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[σημαίνω]]), <b>πρβλ.</b> <i>μονο</i>-<i>σήμαντος</i>]. | |||
}} | }} |