3,271,244
edits
(Bailly1_4) |
(34) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ου (ἡ) :<br /><b>1</b> marche en avant, progrès;<br /><b>2</b> action de sortir, de se produire en public.<br />'''Étymologie:''' [[πρό]], [[ὁδός]]. | |btext=ου (ἡ) :<br /><b>1</b> marche en avant, progrès;<br /><b>2</b> action de sortir, de se produire en public.<br />'''Étymologie:''' [[πρό]], [[ὁδός]]. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=<b>(I)</b><br />η, ΝΜΑ 1. [[πορεία]] [[προς]] τα [[εμπρός]]<br /><b>2.</b> [[προαγωγή]], [[ευδοκίμηση]], [[εξέλιξη]] [[προς]] το καλύτερο, [[προκοπή]], [[βελτίωση]] (α. «η [[πρόοδος]] της επιστήμης, και της τεχνολογίας» β. «ταῑς ἐκ δόξης εἰς δόξαν προόδοις», <b>Γρηγ. Ναζ.</b><br />γ. «[[πρόοδος]] ἐκ δυνάμεως εἰς ἐνέργειαν», Πλωτίν.)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>(φιλοσ.)</b> [[κατεύθυνση]] του ιστορικού [[γίγνεσθαι]] που δηλώνει την ανοδική [[πορεία]] τών πραγμάτων, αντικειμένων και συστημάτων και τη μετάβασή τους σε [[σημεία]], καταστάσεις και επίπεδα ποιοτικώς ανώτερα<br /><b>2.</b> <b>μαθημ.</b> <b>φρ.</b> α) «αριθμητική [[πρόοδος]]» — [[σειρά]] αριθμών, από τους οποίους ο [[καθένας]] προκύπτει από τον προηγούμενό του με [[πρόσθεση]] του ίδιου [[πάντοτε]] αριθμού, που ονομάζεται [[λόγος]], όπως π.χ. 2, 4, 6, 8, 10...<br />β) «[[γεωμετρική]] [[πρόοδος]]» — [[σειρά]] αριθμών από τους οποίους ο [[καθένας]] προκύπτει από τον προηγούμενο με πολλαπλασιασμό επί τον ίδιο [[πάντοτε]] αριθμό, τον λόγο, όπως λ.χ. 2, 4, 8, 16...<br />γ) «αύξουσα αριθμητική [[πρόοδος]]» — αριθμητική [[πρόοδος]] της οποίας οι όροι αυξάνουν, [[γιατί]] ο [[λόγος]] [[είναι]] [[θετικός]] [[αριθμός]]<br />δ) «φθίνουσα αριθμητική [[πρόοδος]]» — αριθμητική [[πρόοδος]] της οποίας οι όροι μικραίνουν, [[γιατί]] ο [[λόγος]] [[είναι]] [[αρνητικός]] [[αριθμός]]<br />ε) «αύξουσα [[γεωμετρική]] [[πρόοδος]]» — [[γεωμετρική]] [[πρόοδος]] της οποίας ο [[λόγος]] [[είναι]] [[αριθμός]] μεγαλύτερος της μονάδας<br />στ) «φθίνουσα [[γεωμετρική]] [[πρόοδος]]» — [[γεωμετρική]] [[πρόοδος]] της οποίας ο [[λόγος]] [[είναι]] [[θετικός]] [[αριθμός]], [[μικρότερος]] της μονάδας<br /><b>4.</b> (με αρνητ. σημ.) [[εξέλιξη]] [[προς]] το χειρότερο, [[επιδείνωση]] (α. «η [[πρόοδος]] της νόσου συνεχίζεται»)<br /><b>5.</b> <b>στρ.</b> η [[προφυλακή]]<br /><b>μσν.</b><br /><b>1.</b> [[έξοδος]] από τον τάφο, [[ανάσταση]]<br /><b>2.</b> [[έξοδος]] από τη ζωή, [[θάνατος]]<br /><b>3.</b> [[εμφάνιση]] στη ζωή, [[παρουσία]]<br /><b>4.</b> νομική [[διαδικασία]]<br /><b>5.</b> [[βλαστός]], [[κλάδος]]<br /><b>6.</b> [[είσοδος]] κτηρίου<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br /><b>1.</b> το να βγαίνει [[κανείς]] έξω, [[κυρίως]] από το [[σπίτι]] του, στον δρόμο (α. «πολλοὶ μὲν ἐπὶ τῶν πυλώνων παρειστήκεσαν τὴν πρόοδον αὐτοῡ περιμένοντες», Λουκ.<br />β. «τὰς [[προόδους]] αὐτοῡ καὶ τὰς εἰσόδους καὶ τὸν χαρακτῆρα τοῡ βίου», Ειρην.)<br /><b>2.</b> [[δημόσια]] [[εμφάνιση]], [[εμφάνιση]] στο κοινό (α. «τὴν πρόοδον τῶν ἀποστόλων», Ευσ.<br />β. «ταπεινὸς τὴν γνώμην, εὐτελὴς δὲ τὴν πρόοδον», Λουκ.)<br /><b>3.</b> [[πομπή]] («ἔν τε ταῑς προόδοις... πρᾱον καὶ ἥμερον [[ἦθος]] ἐπεδείκνυτο», <b>Ηρωδιαν.</b>)<br /><b>4.</b> η [[εκπόρευση]], η [[προέλευση]], η [[πηγή]] από την οποία προέρχεται [[κανείς]] ή [[κάτι]] («μίαν φύσιν θεότητος ἀνάρχῳ καὶ γεννήσει καὶ προόδῳ γνωριζομένην», <b>Γρηγ. Ναζ.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br />[[ερώτηση]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>προ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ὁδός]] (<b>πρβλ.</b> <i>μέθ</i>-<i>οδος</i>, [[περί]]-<i>οδος</i>)].———————— <b>(II)</b><br />-ον, ΜΑ<br /><b>μσν.</b><br /><b>το αρσ. ως ουσ.</b> <i>ὁ [[πρόοδος]]<br />ο [[πρόδρομος]]<br /><b>αρχ.</b><br />(<b>το αρσ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>οἱ πρόοδοι</i><br />οι στρατιώτες που αποτελούσαν την [[εμπροσθοφυλακή]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>προ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ὁδός]]]. | |||
}} | }} |