σίδη: Difference between revisions

1,421 bytes added ,  29 September 2017
37
(Bailly1_4)
(37)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=<span class="bld">1</span>ης (ἡ) :<br /><b>1</b> grenadier et grenade (<i>dor. p.</i> [[ῥοιά]]);<br /><b>2</b> <i>p. ext.</i> pelure de grenade.<br />'''Étymologie:''' DELG emprunt.<br /><span class="bld">2</span>ης (ἡ) :<br />plante aquatique des environs d’Orchomène, <i>pê</i> nénuphar blanc.
|btext=<span class="bld">1</span>ης (ἡ) :<br /><b>1</b> grenadier et grenade (<i>dor. p.</i> [[ῥοιά]]);<br /><b>2</b> <i>p. ext.</i> pelure de grenade.<br />'''Étymologie:''' DELG emprunt.<br /><span class="bld">2</span>ης (ἡ) :<br />plante aquatique des environs d’Orchomène, <i>pê</i> nénuphar blanc.
}}
{{grml
|mltxt=η, ΝΑ, και σίθδη και δωρ. τ. σίβδα και βοιωτ. τ. [[σίδα]] και [[σιδέα]], Α<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[γένος]] αγγειόσπερμων δικότυλων [[φυτών]] της οικογένειας μαλβίδες της τάξης [[μαλβώδη]], με 200 [[περίπου]] είδη που φύονται στην Αφρική, στην Αμερική και στην Αυστραλία<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> το [[φυτό]] [[ροδιά]], [[καθώς]] και ο [[καρπός]] του<br /><b>2.</b> ποώδες και υδροχαρές [[φυτό]], το οποίο ευδοκιμούσε στον Ορχομενό της Βοιωτίας.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Πρόκειται, [[κατά]] την επικρατέστερη [[άποψη]], για δάνεια λ. Η [[άποψη]] αυτή επιβεβαιώνεται τόσο από τη σημ. της λ. (<b>πρβλ.</b> ονόματα [[φυτών]]) όσο και από τη μορφολογική της [[ποικιλία]] (<b>πρβλ.</b> [[ξίμβαι]]). Υπάρχει, [[ωστόσο]], και η [[άποψη]] ότι η λ. προέρχεται από τον τ. <i>sida</i> «[[κόκκινος]]» του προελλ. γλωσσ. υποστρώματος (<b>πρβλ.</b> [[σίδηρος]])].
}}
}}