σκληρυσμός: Difference between revisions

37
(6_15)
(37)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''σκληρυσμός''': ὁ, τὸ σκληρύνειν, ἐπιφέρειν σκλήρυνσιν, Ἱππ. Προρρ. 68, πρβλ. 131D, κτλ.
|lstext='''σκληρυσμός''': ὁ, τὸ σκληρύνειν, ἐπιφέρειν σκλήρυνσιν, Ἱππ. Προρρ. 68, πρβλ. 131D, κτλ.
}}
{{grml
|mltxt=ὁ, Α [[σκληρύνω]]<br />[[σκλήρυνση]].
}}
}}