σταδία: Difference between revisions

1,471 bytes added ,  29 September 2017
38
(6_10)
(38)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''σταδία''': ἡ, «ἡ [[λυχνία]]» Ἡσύχ.
|lstext='''σταδία''': ἡ, «ἡ [[λυχνία]]» Ἡσύχ.
}}
{{grml
|mltxt=η, ΝΑ<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> (γεωδ.-τοπογρ.) [[κανόνας]] γνωστού μήκους ο [[οποίος]], σε συνδυασμό με ένα [[σταδιόμετρο]], χρησιμοποιείται για την έμμεση [[οπτική]] [[μέτρηση]] αποστάσεων [[κατά]] τις τοπογραφικές και γεωδαιτικές εργασίες<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «οριζόντια [[σταδία]]» — οριζόντια [[σταδία]] με ή [[χωρίς]] υποδιαιρέσεις και με σημειωμένα τα [[άκρα]] της, τα οποία έχουν [[μεταξύ]] τους μια ακριβώς προσδιορισμένη [[απόσταση]]<br />β) «κατακόρυφη [[σταδία]]» — [[μεγάλη]] [[σταδία]] με υποδιαιρέσεις η οποία τοποθετείται κατακόρυφα και αποτελεί τον στόχο [[κατά]] τη [[σκόπευση]] με κατάλληλο όργανο<br /><b>αρχ.</b><br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «ἡ [[λυχνία]]».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[στάδιος]] «[[αλύγιστος]], ορθωμένος». Το αρχ. [[ερμήνευμα]] της λ. οφείλεται πιθ. στην ορθή [[θέση]] της [[λυχνίας]]].
}}
}}