3,274,216
edits
(6_9) |
(38) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''στραγγᾰλιά''': ή, = [[στραγγαλίς]], Πρόκλ. παράφρ. Πτολ. σελ. 278, Ἡσύχ.· - μεταφορ., Ἑβδ. (Ἠσαΐ. ΝΗ΄ , 6). | |lstext='''στραγγᾰλιά''': ή, = [[στραγγαλίς]], Πρόκλ. παράφρ. Πτολ. σελ. 278, Ἡσύχ.· - μεταφορ., Ἑβδ. (Ἠσαΐ. ΝΗ΄ , 6). | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ή, ΜΑ<br /><b>1.</b> [[περιπλοκή]] («στραγγαλιὰς βιαίων δογμάτων», <b>Γρηγ. Ναζ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>αἱ στραγγαλιαί</i><br />δόλιοι, διεστραμμένοι τρόποι (α. «εἰς τὰς στραγγαλιὰς ἀπάξει Κύριος», ΠΔ- β. «τὰς στραγγαλιὰς ὁ μὲν Ἀκύλας διαπλοκὰς ἑρμήνευσε, σκολιότητας δὲ ὁ Σύμμαχος, ὁ δὲ Θεοδοτίων διεστραμμένα», Θεοδώρ.)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[πολύπλοκος]] [[κόμπος]]<br /><b>2.</b> [[σκίρρωμα]], [[σκλήρυνση]] μελών του σώματος στις αρθρώσεις τους.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[στραγγάλη]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ιά</i>]. | |||
}} | }} |