στύμα: Difference between revisions

287 bytes added ,  29 September 2017
39
(6_21)
(39)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''στύμα''': τό, Αἰολ. ἀντὶ [[στόμα]], Θεόκρ. 29. 25.
|lstext='''στύμα''': τό, Αἰολ. ἀντὶ [[στόμα]], Θεόκρ. 29. 25.
}}
{{grml
|mltxt=<b>(I)</b><br />-ατος, τὸ, Α<br />(<b>αιολ. τ.</b>) <b>βλ.</b> [[στόμα]].———————— <b>(II)</b><br />το / στῡμα, -ύματος, ΝΑ [[στύω]]/ <i>στύομαι</i>]<br />[[στύση]] του ανδρικού μορίου.
}}
}}