συμφωνιακός: Difference between revisions

39
(6_11)
(39)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''συμφωνιᾰκός''': -ή, -όν, ὁ ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς συμφωνίαν, pueri symphoniaci, παῖδες ᾄδοντες [[ὁμοῦ]], Κικ. Mil. 21. ΙΙ. ἡ συμφωνιακή, ἕτερον [[ὄνομα]] τοῦ ὑοσκυάμου, Apulei. Herb. 4 ἐν ἀρχ.˙ [[οὕτως]] [[ἴσως]] καὶ [[σύμφωνος]], ἡ, Ἀρετ. Χρον. Νούσ. Θεραπευτ. 2. 5, Γαλην. 2. 265.
|lstext='''συμφωνιᾰκός''': -ή, -όν, ὁ ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς συμφωνίαν, pueri symphoniaci, παῖδες ᾄδοντες [[ὁμοῦ]], Κικ. Mil. 21. ΙΙ. ἡ συμφωνιακή, ἕτερον [[ὄνομα]] τοῦ ὑοσκυάμου, Apulei. Herb. 4 ἐν ἀρχ.˙ [[οὕτως]] [[ἴσως]] καὶ [[σύμφωνος]], ἡ, Ἀρετ. Χρον. Νούσ. Θεραπευτ. 2. 5, Γαλην. 2. 265.
}}
{{grml
|mltxt=-ή, -όν, Α [[συμφωνία]]<br /><b>1.</b> [[συμφωνικός]]<br /><b>2.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> <i>ἡ συμφωνιακή</i><br />[[ποικιλία]] του φυτού [[υοσκύαμος]].
}}
}}