συσσύρω: Difference between revisions

40
(6_3)
(40)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''συσσύρω''': [ῡ], [[σύρω]] [[ὁμοῦ]], [[συσσωρεύω]], Ἑβδ. (Μακκ. Β΄ κεφ. Ε΄, 16), Φρύν. 433.
|lstext='''συσσύρω''': [ῡ], [[σύρω]] [[ὁμοῦ]], [[συσσωρεύω]], Ἑβδ. (Μακκ. Β΄ κεφ. Ε΄, 16), Φρύν. 433.
}}
{{grml
|mltxt=Α [[σύρω]]<br /><b>1.</b> [[σαρώνω]] [[μαζί]], [[συσσωρεύω]] («Μένανδρος συσσύρας τὸν τοσούτων ὀνομάτων συρφετόν», Φρύν.)<br /><b>2.</b> [[τραβώ]] εδώ κι [[εκεί]] («ταῑς βεβήλοις χερσὶ συσσύρων ἀπεδίδου», ΠΔ).
}}
}}