τρίβος: Difference between revisions

1,746 bytes added ,  29 September 2017
41
(T22)
(41)
Line 24: Line 24:
{{Thayer
{{Thayer
|txtha=τρίβου, ἡ (τρίβῳ to [[rub]]), a [[worn]] [[way]], a [[path]]: [[Homer]] [[hymn]]. Merc. 448; [[Herodotus]], [[Euripides]], [[Xenophon]], others; the Sept. for נְתִיבָה, אֹרַח, מְסִלָּה, דֶּרֶך, etc.)  
|txtha=τρίβου, ἡ (τρίβῳ to [[rub]]), a [[worn]] [[way]], a [[path]]: [[Homer]] [[hymn]]. Merc. 448; [[Herodotus]], [[Euripides]], [[Xenophon]], others; the Sept. for נְתִיבָה, אֹרַח, מְסִלָּה, דֶּרֶך, etc.)  
}}
{{grml
|mltxt=η, ΝΜΑ και [[τρίβος]], ὁ, Α<br /><b>1.</b> [[πολυσύχναστος]] [[δρόμος]], [[δημόσιος]] [[δρόμος]] («ἑτοιμάσατε τήν ὁδὸν τοῡ κυρίου, εὐθείας ποιεῖτε τὰς τρίβους τοῦ Θεοῦ ἡμῶν», ΠΔ)<br /><b>2.</b> (γενικά) [[δρόμος]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[δρόμος]] που έχει πατηθεί<br /><b>2.</b> [[τριβή]], [[προστριβή]] («[[τρίβος]] κρηπῑδος», Αρετ.)<br /><b>3.</b> η [[κοιλότητα]] που προέρχεται από [[τριβή]] («τρίβον ἑωυτῇ πεποιημένη», Ιπποκρ.)<br /><b>4.</b> η [[εμπειρία]] που αποκτάται από την συνεχή [[ενασχόληση]] με [[κάτι]] («τρίβον [[λαμβάνω]]» — [[συνηθίζω]] σε κάποιον [[τόπο]] ή [[συνηθίζω]] ένα [[πράγμα]], Ιπποκρ.)<br /><b>5.</b> το [[σημείο]] όπου τρίβεται ο [[επίδεσμος]]<br /><b>6.</b> σωματική [[άσκηση]]<br /><b>7.</b> [[χρονοτριβή]], [[βραδύτητα]] («παλιμμήκη χρόνον τιθεῖσαι τριβαῖσιν κατέξαινον [[ἄνθος]] Ἀργείων», <b>Αισχύλ.</b>)<br /><b>8.</b> <b>μτφ.</b> [[τρόπος]] ζωής («ἐς πὰσαν ἀκρασίας τρίβον», Προκ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τρίβω]]. <i>Ο</i> τ. απαντά και ως αρσ., [[αλλά]] και συνηθέστερα ως θηλ., πιθ. [[κατά]] το [[ὁδός]]].
}}
}}